Ένα αντιπολεμικό δράμα και μια αιχμηρή καταγγελία του παραλογισμού του πολέμου αποτελεί η ταινία «Ο Σιδηρούς Σταυρός/Cross οf Iron», παραγωγής ΗΠΑ 1977,σε σκηνοθεσία του Σαμ Πέκινπα, που προβάλλει η ΕΡΤ3 την Κυριακή 5 Νοεμβρίου στις 22:30.

Πέκινπα: Ο αντικομφορμιστής χίπης που δίχασε κοινό και κριτικούς

Ο Πέκινπα αγαπούσε να γυρίζει ταινίες στις οποίες παρουσίαζε τον παραλογισμό των μαχών, όπως, για παράδειγμα, όπως η περίφημη "Άγρια Συμμορία", ταινία ουέστερν, που καταλήγει σε ένα μυθώδες λουτρό αίματος, το οποίο ουσιαστικά καταγγέλλει τις ταινίες του είδους για την ωραιοποίηση μιας σκληρής πραγματικότητας. Στο ίδιο μοτίβο και ο "Σταυρός", που βασίζεται στο μυθιστόρημα «Steiner — Das geduldige Fleisch / The Willing Flesh» (1955) του Βίλλυ Χάινριχ, το οποίο εξιστορεί τις εμπειρίες μάχης μιας εξαντλημένης διμοιρία πεζικού στο Ανατολικό Μέτωπο κατά τη διάρκεια της γερμανικής υποχώρησης το 1943 από τη χερσόνησο Ταμάν στην επαρχία Κράι Κρασνοντάρ στην νοτιοδυτική Ρωσία -ονόματα που, όπως το ΄φερε η κατάρα, μας απασχολούν και σήμερα.
Η ταινία προβάλει, ακόμη, τη σχέση εξουσίας διοικητή - διοικούμενου σε έναν στρατό που βλέπει, καθημερινά, το τέλος να πλησιάζει. Θέτει ερωτήματα και περιμένει από τον θεατή να πάρει θέση.
Με ταινίες όπως αυτή, η "Συμμορία" και τα "Αδέσποτα Σκυλιά" ο Πέκινπα "κέρδισε" το παρατσούκλι "αιματωβαμένος Σαμ", ενώ το έργο του πότε εκθειάζονταν και πότε κατηγορούνταν από τους κριτικούς. Σε αυτό συνετέλεσε και η χίπικη συμπεριφορά του, κάτι που του στοίχισε τη σκηνοθεσία του "Σινσινάτι Κιντ" (ελληνικός τίτλος "Ο Χαρτοπαίκτης"), την οποία, τελικά, σκηνοθέτησε ο Νόρμαν Τζούισον.

Υπόθεση: Βρισκόμαστε στο 1943 και ο γερμανικός στρατός, κατεστραμμένος και αποθαρρημένος, υποχωρεί βιαστικά από το ρωσικό μέτωπο. Μέσα σε όλη αυτή την τρέλα, η σύγκρουση κορυφώνεται ανάμεσα στον αριστοκράτη αλλά τελικά μικρόψυχο λοχαγό Στράνσκι και τον θαρραλέο δεκανέα Στάινερ. Ο Στράνσκι είναι ο μόνος άνθρωπος που πιστεύει ότι το Τρίτο Ράιχ εξακολουθεί να είναι κατά πολύ ανώτερο από τον ρωσικό στρατό- ωστόσο μέσα στην πομπώδη προσωπικότητά του κρύβεται ένας δειλός που τρέμει και λαχταρά τον Σιδηρούν Σταυρό για να μπορέσει να επιστρέψει στο Βερολίνο ως ήρωας. Ο Στάινερ, από την άλλη πλευρά, είναι κυνικός, προκλητικά αντικομφορμιστής και ενδιαφέρεται περισσότερο για την ασφάλεια των ανδρών του παρά για την ορδή των στρατιωτικών παρασήμων που του προσφέρουν οι ανώτεροί του. Η “έλλειψη σεβασμού” του Στάινερ έχει ως αποτέλεσμα την αυξανόμενη εχθρότητα μεταξύ των δύο…
Η ταινία, φυσικά, δεν θα απέφευγε τα λουτρά αίματος. Ουσιαστικά έτσι ξεκινά, με τη μάχη όπου το αναγνωριστικό απόσπασμα των Γερμανών εντοπίζει έναν θύλακα Ρώσων και τους εξοντώνει όλους. Διαπιστώνει, όμως, ότι μεταξύ τους βρισκόταν και ένα ανήλικο παιδί. Και, καθώς αποχωρούν, εντοπίζουν άλλο ένα παιδί, με στρατιωτική στολή, που κρυβόταν κι αποφασίζουν να το πάρουν μαζί τους. Αυτό θα κορυφώσει και την κόντρα δεκανέα και διοικητή...
Μνημειώδης έχει μείνει ο τελευταίος διάλογος των δύο, όταν, περικυκλωμένοι από Ρώσους, αποφασίζουν να αφήσουν κατά μέρος τις διαφορές τους (που αγγίζουν και τις ομοφυλοφιλικές τάσεις του διοικητή) και να πολεμήσουν:
Στράνσκι: «Τώρα θα σου δείξω πως πολεμάνε στην Πρωσία». 
Στάινερ: «Και 'γω θα σου δείξω πού φυτρώνουν τα παράσημα». 
Αν και όλοι θυμούνται έναν άλλο διάλογο, που... λέει πολλά:
Συνταγματάρχης Μπραντ: Τι θα κάνουμε όταν θα χάσουμε αυτόν τον πόλεμο;
Λοχαγός Κίεζελ: Θα προετοιμάσουμε τον επόμενο

Επικά... λάθη
Όπως ήταν φυσικό, η ταινία έχει βραβευτεί με δύο... γερμανικά βραβεία. Αντίθετα, δεν συγκίνησε την Ακαδημία.
Τα λάθη δεν αποφεύχθηκαν στα γυρίσματα. Ο βομβαρδισμός δεν γίνεται, φυσικά, από Γερμανικά "Στούκας", αλλά από Βρετανικά "Κορσέρ". Κι αυτό δε θα φαινόταν άσχημα, αν η παραγωγή δεν είχε ξεχάσει να... καλύψει το σήμα της RAF στα πτερύγια...
Επίσης, σε άλλη σκηνή, οι κομπάρσοι, που ήταν σλοβένοι, αλλά έκαναν τους Ρώσους για τις ανάγκες της ταινίας, τραγουδούν ένα... Γιουγκοσλάβικο τραγούδι της αντίστασης -κάτι που, φυσικά, οι Σοβιετικοί τότε δεν γνώριζαν.
Στην ίδια σκηνή, οι "Σοβιετικοί" στρατιώτες φορούν... Γιουγκοσλάβικες στολές και διακριτικά, επιβαίνουν σε... Γιουγκοσλάβικα οχήματα και οι πινακίδες επίσης είναι στα... Σερβοκροάτικα... Όσο για τα κράνη τους, είναι... Βουλγαρικά.
Η ταινία γυρίστηκε σε Σλοβενία και Κροατία, που τότε ήταν κρατίδια της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας και στην Ιταλία (στον Τάραντα). Τα γυρίσματα στο εξωτερικό εξακόντισαν το κόστος της (έφθασε τα 6,1 εκ. δολάρια) το οποίο κάλυψε ένας Γερμανός παραγωγός ταινιών... πορνό!
Παρόλα αυτά, η ταινία συγκίνησε ιδιαίτερα τον Όρσον Ουέλες, που έλεγε ότι ήταν η καλύτερη αντιπολεμική ταινία που είχε δει, έως ότου είδε το "Ουδέν Νεώτερο από το Δυτικό Μέτωπο". Ο δε Κουέντιν Ταραντίνο τη θεωρεί μια από τις αγαπημένες του ταινίες, καθώς τον ενέπνευσε για να "γυρίσει" την ταινία του "Άδωξη Μπάσταρδη".

Σκηνοθεσία: Σαμ Πέκινπα
Σενάριο: Τζούλιους Επστάιν και Τζέιμς Χάμιλτον
Φωτογραφία: Τζον Κοκιλόν
Μουσική: Έρνεστ Γκολντ
Παραγωγή: Βολφ Χάρντγουικ
Πρωταγωνιστούν: Τζέιμς Κόμπερν, Τζέιμς Μέισον, Μαξιμίλιαν Σελ Σέντα Μπέργκερ