Με ένα μακροσκελές άρθρο επτά σημείων - που τα βαπτίζει «αλήθειες» - ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Παύλος Μαρινάκης, επιχειρεί να κοινοποιήσει τις θέσεις της κυβέρνησης για το δυστύχημα των Τεμπών που στοίχισε τη ζωή σε 57 -κυρίως νέους- συνανθρώπους μας, καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το θέμα αποτελεί «αγκάθι» για την κοινωνία.
Αντιλέγοντας στα περί συγκάλυψης, υποστηρίζει πως «η κυβέρνηση θέλει όσο κανείς να λάμψει η αλήθεια, να αποδοθούν οι πραγματικές ευθύνες όπου δη», επιχειρεί να επαναφέρει το κύρος της Δικαιοσύνης λέγοντας ότι «αν η Δικαιοσύνη κρίνει ότι κάποιο αδίκημα εμπίπτει στο άρθρο 86, τότε θα διαβιβάσει αμελλητί τον φάκελο στη Βουλή. Αν δεν το κρίνει, θα συνεχίσει την έρευνά της», προσθέτει ότι «κανείς δεν είναι a priori αθώος, αλλά και κανείς δεν είναι ένοχος, επειδή το λέει κάποιος πέραν της Δικαιοσύνης» στηρίζοντας ελαφρώς τον πρώην υπουργό Υποδομών και Μεταφορών Κώστα Καραμανλή και ισχυρίζεται ότι τα περί συγκάλυψης είναι «σπέκουλα που δυστυχώς γίνεται δημοσίως από την αντιπολίτευση που πετά λάσπη στον ανεμιστήρα με τον συγκεκριμένο όρο, προκαλώντας ακόμη μεγαλύτερο πόνο αλλά και οργή στις οικογένειες των θυμάτων», αναφέροντας ως δεδομένα τα εξής: «Πρώτον: ότι η Δικαιοσύνη ερευνά την υπόθεση και δεν εξαιρεί κανέναν» και «δεύτερον, τα κόμματα που μετείχαν στην Εξεταστική, στα πορίσματα που κατέθεσαν ή στις δημόσιες ανακοινώσεις τους, δεν προσωποποιούν κανέναν με συγκεκριμένες κατηγορίες».
Ο κ. Μαρινάκης αναφέρεται και στη σύμβαση 717 (η 4η αλήθεια, όπως λέει). Επισημαίνει ότι η σύμβαση «ολοκληρώθηκε στο 100% τον Σεπτέμβριο του 2023» (σ.σ. επί υπουργίας Κ. Καραμανλή), πως αν είχε κηρυχθεί έκπτωτη η κοινοπραξία «τότε η διαδικασία θα ξεκινούσε από την αρχή, άρα και πάλι δεν θα υπήρχε τηλεδιοίκηση» κι επικαλείται τα λόγια του πρώην υπουργού Υποδομών Χρήστου Σπίρτζη(δήλωση στον  Real fm) πως «Δεν υπάρχει αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στη μη εκτέλεση της σύμβασης «717» και στην τραγωδία των Τεμπών» και πως «η ολοκλήρωση ενός έργου, οποιουδήποτε έργου, δεν μπορεί να συνδέεται με οποιοδήποτε δυστύχημα». Του καταλογίζει, δε, ότι ως υπουργός δεν ολοκλήρωσε το 112 με το οποίο-όπως είπε ο εισαγγελέας για την τραγωδία στο Μάτι-θα μπορούσαν να σωθούν άνθρωποι αν λειτουργούσε και θυμίζει ότι το 112 ολοκληρώθηκε μέσα σε 6 μήνες από την κυβέρνηση Μητσοτάκη και στο μεταξύ διάστημα είχε βρεθεί ενδιάμεση λύση. Κι αναρωτιέται αν, με την ίδια λογική του ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ «έχουν ποινικές ευθύνες και οι υπουργοί πολλών κυβερνήσεων που επί δεκαετίες τώρα δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν τα έργα στους δρόμους-καρμανιόλες, όπως η Πατρών-Πύργου ή ο ΒΟΑΚ στην Κρήτη με αποτέλεσμα να έχουμε δεκάδες νεκρούς από τροχαία δυστυχήματα; Υπάρχει αιτιώδης συνάφεια και εκεί»;
Για το νόμο περί ευθύνης υπουργών θυμίζει ότι, το 2006, ο τότε βουλευτής και νυν πρωθυπουργός είχε μιλήσει για την ανάγκη αναθεώρησης, αλλά ο τότε ΣΥΡΙΖΑ (ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ) είχε ταχθεί εναντίον της αλλαγής κι ότι πάλι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως πρωθυπουργός πλέον, έκανε το 2019 την πρώτη αλλαγή και οι αποσβεστικές προθεσμίες, παραγραφής, δηλαδή τυχόν αδικημάτων, που «έβγαζαν λάδι» πολλούς υπουργούς, εξομοιώθηκαν πλέον με τους υπόλοιπους πολίτες. Που σημαίνει ότι για όποιον υπουργό αποφασιστεί κάτι αντίστοιχο θα δικάζεται όπως όλοι οι πολίτες. Επισημαίνει, πάντως, ότι αυτό δεν αφορά τον Χρήστο Σπίρτζη, καθώς εφαρμόζεται από το 2019 και αναφέρει για τον πρώην υπουργό του ΣΥΡΙΖΑ πως «έκανε κίνηση εκ του ασφαλούς» κάνοντας λόγο για «σαφή προσπάθεια εντυπωσιασμού».
Θυμίζει, ακόμη, ότι στην συνταγματική αναθεώρηση που έκανε η ΝΔ το 2019, είχε τη σύμφωνη γνώμη και του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, όμως «κανένα από αυτά τα κόμματα τότε – παρότι είχαν την δυνατότητα – δεν απαίτησαν να κινείται η διαδικασία υπουργικής ευθύνης χωρίς τη συμμετοχή της Βουλής».
Για την Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέα Λάουρα Κοβέσι που ζήτησε να μην υπάρχει ασυλία, της θυμίζει ότι «η Ελλάδα είναι κυρίαρχο κράτος» κι ότι «η ασυλία και η προστασία από δίωξη είναι θεμελιώδης αρχή στο Ευρωκοινοβούλιο» επισημαίνοντας, μάλιστα, ότι εκτός των ευρωβουλευτών και οι αξιωματούχοι της ΕΕ και της Κομισιόν, απολαύουν ασυλίας και προνομίων. Οι μεν ευρωβουλευτές και εντός της επικρατείας του κράτους τους και εντός της επικρατείας άλλων κρατών μελών, ενώ οι αντιπρόσωποι των κρατών-μελών που συμμετέχουν στις εργασίες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, σύμβουλοι και οι τεχνικοί πραγματογνώμονες διατηρούν προνόμια κυρίως οικονομικού και φορολογικού χαρακτήρα, αλλά ακόμη και ετεροδικία. «Τέτοια προνόμια προβλέπονται για υπαλλήλους της Ένωσης και ακόμη σύμφωνα με το άρθρο 20 σε δικαστές, γενικούς εισαγγελείς (όπως η κυρία Κοβέσι), γραμματείς και βοηθοί εισηγητών του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης», προσθέτει, κάτι που όπως λέει προστατεύει την κ. Κοβέσι «από δίωξη εκτός της χώρας της».
Στο άρθρο του που δημοσιεύεται σήμερα στο iefimerida.gr καταλήγει: « Ίσως κανένα από τα παραπάνω, δεν απαλύνει την οργή και τη θλίψη των συγγενών των θυμάτων. Χρέος όλων μας, είναι να έρθει στο φως η αλήθεια. Χρέος μας είναι να περιορίσουμε τις πιθανότητες -γιατί να εξαλειφθούν είναι ανθρωπίνως αδύνατον – να μην επαναληφθεί τέτοια τραγωδία».